- παβιόνι
- το обл палатка, шатёр
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
παβιόνι — το (κυρίως στον Ερωτόκρ.) κατασκευή από στερεό και αδιάβροχο ύφασμα που μοιάζει με μικρό καλύβι, σκηνή. [ΕΤΥΜΟΛ. < μσν. παβιόνι(ο)ν < γαλλ. pavillon < λατ. papilio, «είδος σκηνώματος»] … Dictionary of Greek